Πιστεύω σε σένα ψυχή μου, ότι άλλο είμαι δεν πρέπει να ταπεινωθεί σε σένα,
Και εσύ δεν πρέπει να ταπεινωθείς σε εκείνο,
Τεμπέλιασε μαζί μου στη χλόη, χαλάρωσε το φράξιμο από το λαιμό σου,
Οχι λέξεις, όχι μουσική ή ρίμα, δεν θέλω, όχι συνήθεια ή νουθεσία, ούτε καν τις καλύτερες,
Μόνο η ηρεμία μου αρέσει, ο βόμβος απ' τη βαλβίδα της φωνής σου.
Αναπολώ πως κάποτε ξαπλώναμε, ένα τέτοιο διάφανο εαρινό πρωινό,
Πώς κούρνιαζες το κεφάλι σου μέσα στους γοφούς μου και μαλακά γυρνούσες ξανά πάνω μου,
Και απομάκρυνες το πουκάμισο από το στέρνο μου, και βύθιζες τη γλώσσα σου στην απογυμνωμένη καρδιά μου,
Και απλωνόσουν ώσπου να αγγίξεις τα γένια μου, και απλωνόσουν ώσπου να φτάσεις τα πόδια μου.
Έξαφνα αποκαλυπτόταν και ξεδιπλωνόταν γύρω μου γαλήνη και γνώση που υπερβαίνουν κάθε συζήτηση στη γη,
Και ξέρω πως το χέρι του Θεού είναι η επαγγελία του δικού μου,
Και ξέρω πως το πνεύμα του Θεού είναι ο αδερφός του δικού μου,
Και πως όλοι οι άντρες που γεννήθηκαν ποτέ, είναι και αδερφοί μου, και οι γυναίκες αδερφές και ερωμένες μου,
Και πως εσωτρόποιο της δημιουργίας είναι η αγάπη,
και απεριόριστα είναι τα αλύγιστα φύλλα ή αυτά που μαραίνονται στους αγρούς,
Και κάτω από εκείνα καφετιά μυρμήγκια είναι μέσα στα μικρά πηγάδια,
Και βρυώδη περιβλήματα στο σπειρωτό φράχτη, στοιβαγμένες πέτρες, αφροξυλιά, φλόμος και αγριοσταφίδα.