Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

......

Όταν οι αδελφοί απομακρύνονταν ο ένας από τον άλλο
και οι ερωτευμένοι περνούσαν βιαστικά ο ένας πλάι στον άλλο
και ο πατέρας δεν αναγνώριζε το γιο του
και ο λόγος του ανθρώπου δεν ήταν πια κατανοητός
και διέρρεε σαν την άμμο ο νόμος των ανθρώπων
τότε ένιωσα φρίττοντας τη σημασία όλων αυτών:
Ήταν οι θεοί του λαού μου που έφευγαν!..[..]..

Χαίλντερλιν «Εμπεδοκλής» (λυρική τραγωδία)

© “The Flight” by Sonya Sudarikova

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΝ ΠΩΛ ΕΛΥΑΡ: Α.ΖΑΜΠΕΤΑΚΗΣ-Μ.ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ



ΝΑ ΚΟΙΜΑΣΑΙ
Με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο
Μ' έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μες στα μαλλιά
Στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα
Στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.

Να φεύγεις και να χάνεσαι
Μέσ' απ' τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του ανέμου
Πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
Γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες

Και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούρια σου όψη επάνω.

Πωλ Ελυάρ-H μετάφραση-απόδοση στα Ελληνικά του ποιήματος είναι του Οδυσσέα Ελύτη

.........................................................................................................
Top of Form

ΜΠ: Αίσθησή μου, πως την καλύτερη (δεν βρίσκω άλλη λέξη..) ποίηση , τη γράφουν οι άντρες ποιητές, όταν υμνούν. 

ΑΖ: Χαίρομαι με τον ενθουσιασμό σου, Μίνα.. Και, νομίζω, θα συμφωνήσω.. ΄Ισως, έχει να κάνει με τη φύση του φύλου...

ΜΠ: Το φύλο ή τις προσδοκίες; Με άλλα λόγια, από τη γυναίκα ποιήτρια τί προσδοκούμε; Ποιά να είναι η θεματολογία της; Είναι βέβαιο πως είμαστε το ίδιο αγνοί απέναντί της όσο στον άντρα δημιουργό; Και από ποιά σκοπιά; Της αυταπάρνησης, της αυτοθυσίας ή της άφεσης; Στον άντρα, μήπως αρκεί να εκθειάσει και τελείωσε ως εκεί η απαίτησή μας; Δεν ξέρω. Μεγάλη συζήτηση.

ΑΖ: Πολλά τα ρωτήματα, Μίνα.. Κι ομολογώ ότι είμαι τελείως απροβλημάτιστος, μέχρι τώρα, πάνω στην αρχική σου αίσθηση-διαπίστωση.
Μένοντας πάντως σ' αυτή, σαν παραδοχή για συζήτηση, και προσπαθώντας να δώσω πάντα απ' τη δική μου σκοπιά- άμεσα κάποιες ιδέες που μού 'ρχονται, θά 'λεγα ότι μάλλον δεν έχει να κάνει τόσο με το φύλο-φύση του δημιουργού όσο με αυτό του "μουσικού αντικειμένου" : στη γυναίκα σαν υμνούμενη οντότητα μπορούν να προσδοθούν άπειρες ιδιότητες, γνωρίσματα, παρομοιώσεις, μεταφορές, συμβολισμοί, δυνατότητες και άλλα πολλά. Απ' αυτά ο άντρας δημιουργός έχει να επιλέξει άπειρες αντίστοιχα δυνατότητες και τρόπους έκφρασης. Εδώ θα έβαζα και τον ενθουσιασμό και την ορμητικότητα, που είναι περισσότερο αντρικά χαρακτηριστικά, καθώς και την επικέντρωση της προσοχής και της ενέργειας στο κύριο σημείο στόχευσης, οπότε να η φαρέτρα.
Αντίθετα για τη γυναίκα δημιουργό ο άντρας σαν αντικείμενο είναι πιο μονοδιάστατος, αρκετά προβλέψιμος, άμεσος, χωρίς ιδιαίτερο μυστήριο, οπότε τι να υμνήσει η δημιουργός. Περιορίζεται αναγκαστικά στη μέθη της προσδοκίας, στο στιγμιαίο της κορύφωσης, στο θρήνο της απώλειας, άντε, και στο τραγικό της εξέλιξης.

Τώρα, στο θέμα των προσδοκιών, και παραμένοντας -για την εξυπηρέτηση της συζήτησης- στον αυθαίρετο "φυλετικό" διαχωρισμό :
Κατ' αρχή, να περιοριστούμε, για την οικονομία της συζήτησης, στη θεματολογία της εξύμνησης.
Τι περιμένομε; - την εξύψωση : αισθητική, νοητική, συναισθηματική, ηθική, αισθησιακή και, τελικά, -ξανά- εμπνευσιακή.
Νομίζω το βρήκα : μια η αλήθεια: η γυναίκα είναι και θα είναι το ουσιαστικό κέντρο βάρους της ζωής, της κοινωνίας, της ύπαρξης.
Εκφράστε την, Μίνα μου!
Φωτίστε την!
      Μ' όλη της την αυταπάρνηση, την αυτοθυσία, την άφεση, την αδυναμία και τη δύναμη.     
     Εμείς θα εξυμνούμε. 'Εως εξαντλήσεως των απαιτήσεων, των δυνάμεων, ή, τελικά, των
      εμπνεύσεων...

ΜΠ: Κι αν όλα αυτά-σωστά και ορθολογικά αποτυπωμένα- αποτελούν την περιγραφή των στερεοτύπων, η ποίηση μάλλον αδυνατεί να ξαφνιάσει, να συγκλονίσει, να ανατρέψει. Οτιδήποτε έξω απ΄τις νόρμες, θα είναι ή είναι, ακατανόητο ή περιθωριακό (τουλάχιστον). Παραμένει βέβαια το πεδίο της ποίησης που καταπιάνεται με κοινωνικά ζητήματα, όπου πάλι μέσα από το πρίσμα των αρχέτυπων αποδίδονται νοήματα και μέσα από τα στερεότυπα κατανοούνται. Δοκιμάζω, από χθες μια άσκηση: ζήτησα να μου εκτυπώσουν ποιήματα με ομαδοποιημένη θεματολογία, χωρίς όμως, τα ονόματα των δημιουργών, χωρίς να γνωρίζω το φύλο. Ξαφνιάστηκα καθώς μεταξύ άλλων, είναι εμφανής η διαφορά κι αναμενόμενη η γραφή. Καλημέρα Αντώνη, ευχαριστώ!

ΑΖ:   Πολύ ενδιαφέρουσα η άσκηση σου, Μίνα. Και σαν ιδέα και, ακόμη περισσότερο φαντάζομαι, σαν αποτέλεσμα.
Τώρα, στο κύριο θέμα -το ανεξάντλητο- αν ξεκινήσομε από την απλή παραδοχή ότι ποίηση είναι έκφραση και, ταυτόχρονα, ορίσομε τελικό ζητούμενο την ανατροπή, διαπιστώνοντας ολοένα περισσότερο την αδυναμία, μάλλον θα πρέπει να το βλέπομε, να το αιτιολογούμε και να το δικαιολογούμε εντέλει σαν κάτι αξεχώριστο από το ευρύτερο γίγνεσθαι, στο οποίο κυριαρχεί το μούδιασμα, η απογοήτευση, η ηττοπάθεια, η απόγνωση. Αυτό το γίγνεσθαι βέβαια, σε αντίθεση με περιόδους ευδαιμονίας και ρηχότητας, εμπεριέχει ταυτόχρονα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να δώσουν το καινούριο, το ριζοσπαστικό, αλλά μην ξεχνούμε ότι το πλέγμα της εξατομίκευσης, της απομόνωσης, της αποσάθρωσης κάθε συνείδησης δυναμικής συλλογικότητας καλά κρατεί.
Οπότε, τι απομένει; Η μικρή-μεγάλη προσωπική, που όμως ξεπερνά το εγώ της -κι αυτό είναι από μόνο του μεγαλειώδες κι ενθαρρυντικό- επανάσταση του έρωτα. Με όλες τις μορφές του. Που ξεκινά απ' τα πρόσωπα και εξυψώνεται στις Ιδέες. Που γεννά, εμπεριέχει κι αναπτύσσει διαρκώς την έως αυτοθυσίας μαχητική αυταπάρνηση. Που προκαλεί ολοκαυτώματα. Που παράγει φώς. Που σπά δεσμά και διαπερνά θωρακίσεις. Που απαιτεί, εντέλει, το έμπρακτο.
Είναι άραγε όλα αυτά πάρα πολύ λίγα για τη ζωή του ανθρώπου;

Τη θερμή Καλημέρα μου Σ' ευχαριστώ

ΜΠ: Να δεις που αυτό θα μπορούσαμε να το συζητάμε μέρες. Από μόνο του ανοίγει κι άλλα θέματα κι άλλα κι άλλα. Για να αποσαφηνίσω τον αρχικό μου προβληματισμό, θα σου δώσω μια εικόνα: γυναίκα μελετά γυναικεία ποίηση/την ίδια ποίηση διαβάζει άντρας (και βέβαια, δεύτερη εικόνα: άντρας και γυναίκα μελετούν αντρική ποίηση).
Με ποιό κριτήριο ή κριτήρια θα πει ο καθένας τους "μου αρέσει, γράφει καλά";
Υπάρχει αντικειμενική κρίση και αξιολόγηση σε κάτι τόσο υποκειμενικό όσο η ποίηση; Το άλλο θέμα που έθεσες: αρκεί ο έρωτας για τα πρόσωπα/ιδέες για την εξύψωση; Θα το ήθελα, αλλά φοβάμαι πως όσο υποκειμενικοί είμαστε απέναντι σε μια γυναίκα ή έναν άντρα που "γράφει καλά", άλλο τόσο υποκειμενικοί είμαστε με τους εαυτούς μας όταν λέμε "μου αρέσει αυτή η γραφή, διότι με εξυψώνει".
Θεωρώ,τέλος, άδικο τον χαρακτηρισμό των εποχών ως "ρηχών" καθώς αποδίδουν στον άνθρωπο χαρακτηριστικά ρηχότητας, ή δίνουν δικαιολογία για ρηχότητα.
Τα προαιώνια θέματα παραμένουν προαιώνια , σημερινά, μελλοντικά, αιώνια:ζωή, θάνατος, έρωτας με τις υποδιαιρέσεις: της φιλίας, ελευθερίας, αρετής κλπ. Η εποχή θα υπερτονίσει απλώς αυτό ή αυτά που είναι επίκαιρα. 
Ο/Η δημιουργός έχει ευθύνη να καταπιαστεί με εκείνα που εξυψώνουν κι είναι "παντός καιρού"  ή όχι;
Πολλά, πολλά τα θέματα Αντώνη. Καιρός, νομίζω, για δοκίμιο.. Καλή συνέχεια. 

 ...........................................................................
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το θέμα μπορεί να αποτελέσει αφορμή για μελλοντική συζήτηση.
 Σύμφωνα με ορισμένες απόψεις η Ποίηση είναι μία και δεν χωρίζεται σε γυναικεία και ανδρική. 
Η ανάγνωση δε, ή η ταύτιση μπορεί να ειδωθεί από την οπτική του φύλου, ή ακόμη και των συγκυριών και της ψυχικής διάθεσης του αναγνώστη ή της αναγνώστριας, χωρίς να παραγκωνίζεται ο παράγοντας, "εξοικείωση με την ανάγνωση και ανάλυση ποιητικών κειμένων". 
Μίνα Παπανικολάου
Κατερίνη 13/01/2014



Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Ο ΤΡΕΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΤΑΦΟΣ NΙΚΟΣ Π.ΚΑΡΥΔΗΣ





Μαύρη νυχτιά. Μαυρίλα καταχνιά σκεπάζει
βουβές σκιές κρυμμένες κατ’ από το μνήμα.
Και μόνο με στριγκλιές τ’ αγριοπούλι κράζει
να βγει από τον τάφο η νεκρή να ειδή το θύμα.
Μαύρη και σκοτεινή νυχτιά, όλοι οι νεκροί ησυχάζουν
τάχα μες τη γαλήνη τους σε στοχασμό να βάζουν
πώς είναι εκεί, πάνω στη γη άνθρωποι που σπαράζουν;

Και να! Σπρωγμένος απ’ της τρέλας του τον πόνο
πηδά ο τρελός τη μάντρα με μανία.
Γιατί είν’ διωγμένος απ’ τη γη που ξερε μόνο
να τον κερνά με αιώνια αδικία.
Σκοντάφτει, πέφτει σ’ ένα μνήμα και σκυμμένος
σκάβει γελώντας με τα χέρια του το χώμα,
για να ξεθάψει μια νεκρή, νεκρός θαμμένος
μέσ’ στο τρελό κουφάρι του που ζει ακόμα.
Γελά ο τρελός κι αντιβοά το κάθε μνήμα
μεριάζει η πλάκα, οι βρικόλακες ξυπνούν.
Τρελέ, γιατί τους ξύπνησες; Δεν είναι κρίμα;
Δεν βλέπεις τάχα πως τώρα μαζί σου γελούν;

Γελά ο τρελός, γελά και μόνο κείνη κράζει
θωρεί τη νύμφη, στο θολό του λογικό!
Τα χέρια απλώνει – Έλεος ουρλιάζει
βρικόλακες τον ζώνουν, τον πιάνει πανικός.
Τρέχει ο τρελός μέσα στην έρμη πολιτεία
που κι οι βρικόλακες τον διώχνουν σαν σκυλί.
Βογγάει και σαν τυφλός σκοντάφτει στα μνημεία
σωριάζεται, αφριάζει, το θεό απειλεί.
Σκελετωμένος, φρικιασμένος από πόνο
αργοπεθαίνει μα αυτός γελά γελά…
-Σε σε απλώνω τα φτερά μου μόνο
να με δεχτείς, σιγά παραμιλά.
Τ’ όνειρο έρχεται. Καλπάζει καβαλάρης
σε φτερωτάλογο απ’ τους μαύρους ουρανούς.
Μη ψιθυρίζει, κι ύστερα σβηέται, πεθαίνει
φεύγει και χάνεται, αφήνει βάσανα, καημούς.

Επίλογος
Μην βεβηλώνεις συ θνητέ, τον ιερό τον τόπο
που μόνο χώμα απόμεινε και πέτρινος σταυρός.
Δεν ζουν αυτοί όπως εσείς. Έχουν δικό τους τρόπο
που τους τον χάρισε ο Θεός γι’ αυτό δεν είν’ σκληρός.
Κοιμώνται οι νεκροί στου τάφου τη γαλήνη.
Μην τους ταράζεις συ θνητέ την τόση αρμονία.
Φθάνουν τα τόσα πουπαθαν απ’ την κακιά εκείνης
της άπονης, της άχαρης, της δούλας κοινωνίας…!