Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Στρ.Παρέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Στρ.Παρέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Σαντορίνη-Στρατής Παρέλης



Έσταξαν μέλανα θυμό τα δευτερόλεπτα
στο ρολόι της γης
έσπασε τσόφλι το αυγό του τρόμου
η πέτρα γέννησε απρόσκοπτη θύελλα
θρυλικές θάλασσες γεννήσανε αύρες
πιο κοντά στο κονάκι του πόντου.
Ο αυτοκρατορικός ήλιος μαστίγωσε το πέλαγο
με πορφυρή φωτοχυσία
Τόσο ύψος τόσος θάνατος
τόση προσμονή τόση εγκατάλειψη
η μέρα έγειρε αβέβαιη κατανοτιά.
Μελανό γινάτι θεού που κοχλάζει
ψυχή αψιά
ένα πετροχελίδονο
αφήνει σώα τα μωρά του
στου γεροΠοσειδώνα την γενειάδα-
Καταβυθίζονται οι σβιλάδες των ανέμων
μες την κοιλιά της θάλασσας
κι αναγεννώνται
πενταπλάσιες
στο δυναμόμετρο της άνοιξης-
Αναμερίζουνε πειθήνια τα νερά
να βρει εστία ο μακρινός Προφήτης..
Ανταλλάσω τον θρύλο σου μ’ έναν μύθο αρχαίο
ζεύω την λάβα σου στο αλέτρι των αρχαιολόγων
τινάζω την παμπάλαια σκόνη σου
πάνω στις άγραφες σελίδες μου, υπομένω
την θλίψη των βράχων σου
αδηφάγα ορθώνεσαι
πάνω από τα κύμβαλα της μέρας
να διαβείς με βήμα εξουσιαστικό
την μέγγενη των εποχών που σ’ εγκλωβίζουν.
Συσκεπτόμενη μες την αυγή του πελάγου
με γλάρους εξουσιαστές
αινιγματική είσαι σαν κοχύλι
που δεν λειάνθηκε ακόμη και δεν έπαιξε
τον στιλπνό ολοστρόγγυλο ρόλο του..
Εθελούσια θυσιάζοντας πλάτος
αποκόμισες οφέλη ηλιοβασιλέματος
ναυαγισμένη μες την θάλασσα που περισπάται
απ’ του ουρανού την ζήλια..
Ποτέ δεν πάτησα τους όρκους μου
ποτέ δεν παρέκλινα απ’ την ευθεία ματιά
μέσα μου αναστήθηκες ηφαιστειακό κέρας
που ξεσηκώνει αντιρρήσεις
καυτή και αγέρωχη
με μνήμη που ζητάει τα ρέστα
απ' το ταμείο του εφησυχασμού.
Πάλι εκεί που σε γονάτισε ο καημός της λάβας είσαι
κουρντίζεις την κιθάρα των ανέμων
μισοφαγωμένη από την λαίλαπα του κρατήρα σου.
Εκεί που είδα την χρυσόμυγα να πιπιλάει τα ζουμερά μεριά σου
και μετά  είδα το ατσάλι της θάλασσας να σκίζει
πρωραίο αιδοίο της οικουμενικής Μεσογείου.
Ο γκρεμός της νοτιοανατολικής πλαγιάς σου
φοράει το μπανιερό του και βουτάει
στα βαθιά
που ο ήλιος
δαγκώνει την επιδερμίδα σου
και τα ·μη· σου κάνει ·άντε προχώρα·
επάνω στον αφρό που γαργαλάει
τα ακρογιάλια σου-
Σκάνε πυροτεχνήματα του γέλιου σου
λιγωμένα-
στο αντιμόνιο της αναπνοής σου
ευδοκιμούν λίθου τομάρια..

                                                   9.7.2012

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2012

Ιδανικό ή το φάντασμα του Μαγιακόφσκι-Στρ.Παρέλης

Μέσα στα λεκιασμένα σεντόνια ενός ύπνου εφιαλτικού με φροϋδικές προεκτάσεις και κερατωμένη κυρά- ψυχή

απόναν γιό του αρχαίου Διόνυσου που βαριέστησε μέσα στην λάμψη του αρχαίου κάλλους και σαλτάρισε μαστουρωμένος στον "απάνω κόσμο"

ντυμένος τον ζουρλομανδύα της ύπαρξης 

μ’ένα σκουπιδαριό αστικό που οι κομουνιστές το κοροϊδέψαν μέσα από μία αυτοκτονική φιλολογία -

με μια πρόστυχη libido μεταεφηβική -

στο μαλλιαρό κεφάλι της απόγνωσης..

αυτό το ζαρωμένο παλιόπραμα από εμάς τους ίδιους μες την σύμπτωση της λογοκριμένης ποίησης:

Ήταν αυτή που σηκώθηκε μέσα στην ερημωμένη εγκατάλειψή της  
της είπα "σ’αγαπώ Ελένη"-
Ένας τοίχος αντήχησε,        
μετά άλλος        
κι άλλος ..         
στη σειρά έπεσαν όλα :

Πατώματα φασιστικής ιδέας, καναπέδες έσπασαν τα πόδια τους
από χοντρόκωλους αστούς αδιαφορώντας για την πείνα του πατέρα μου.

Αυτό που κραταιώθηκε με το ζόρι γιατί έπρεπε το είχε θρέψει η παρέα μου
-μια σειρά νέοι –
τα βράδια γυρίζαμε στο σπίτι αργά
μεθυσμένοι ψάχνοντας για το φεγγάρι μες τις τσέπες μας μ’επιμονή!...

Μέσα σ’ αυτήν την βίβλο όλο ανθισμένες τριανταφυλλιές και περίτεχνα εξώφυλλα από δέρμα καρδιάς- με βαρύγδουπη λαλιά ευαγγελιστή που σου μιλάω ξημερώματα Κυριακής γεια σου, γεια σου γυναίκα με το σμαράγδι της ωραίας καρφιτσωμένο στα μάτια σου.

Γυρίζω από την νύχτα μιας ρεμπέτικης μυθολογίας.
Περιθωριοποιημένος .
Από άγνοια βαφτισμένος μέσα στον σκοταδισμό της πολιτικής ουσίας των πραγμάτων σέρνοντας μαζί μου αυτούς που σ΄αγάπησαν σ’ ένα κιτάπι όλο στίχους κλούβιους που φυτοζωούνε-
άλλοτε δημητριακοί και  άλλοτε απέραντα στείροι:
Κανένας ρυθμός.
Μόνο πέφτει λίγο χιόνι              
ίσως πάνω στα μαραμένα λόγια ενός ποιητή που είναι φτωχός και τηγανίζει αυγά.
Κάπως έτσι δεν πρόκειται να τον θυμηθεί η δόξα.
Και γιατί υπάρχεις;
Μια τάξη πραγμάτων σε αποδέχεται επαναστατικά
μέσα στο βλέφαρο του αιώνα σου να παίζεις φυσαρμόνικα

πρωί  

ένας ήλιος διαλαλεί την ευτυχία του μέσα στα μακριά μαλλιά σου-

υπάρχει

ξεφλουδισμένη ψυχή θρησκευάμενη που τσούζει από απραξία και συνείδηση φιλολογική -


η ελληνική δημόσια ράτσα του μύθου χαροπαλεύει
στα δικαστήρια άορκων μαρτύρων
που ισχυρίζονται ένοχο τον "απαίσιο γείτονα".    Θυμάσαι;
Είχε μια μικρή κορούλα αξιολάτρευτη όλο φακίδες και χαμόγελα

τ’ απογέματα έβγαζε τα βάσανα βόλτα -

σε μια ηλικία κατόρθωσε να έχει υπαρξιακά προβλήματα τεντωμένα:
καπνός, καφετέρια, κακός εραστής…             αυτοκτόνησε
μέσα στο όρθιο πρόβλημα της μοναξιάς της.
Βούισαν ξέφρενα  μέσα στο λερωμένο μυαλό μου από αλκοόλ
και ψυχικά απωθημένα τα προβλήματα του κοσμάκη

άγχος

η ανεργία τσιρίζοντας
μια κόλα χαρτί έχοντας μας τυλίξει 
είμαστε χέρια πόδια και κουτσό μυαλό ˙
μέσα στα μακρινά εργατικά οράματα ωριμάζει
ο ορυμαγδός της αίσθησης -
η συνείδηση που καγχάζει -
μια μεροκαματιάρικη  ηθική
συνοψίζεται με θρησκευτική ευλάβεια στον άρτο και τον οίνο -
η οικογένεια πεινάει…
Όχι θεάματα..,

‘Ελα λοιπόν:
βολτάρουμε στο σκοτεινό αλσύλλιο του μυαλού με
ένα άγριο βλέμμα φονικό τονίζοντας τις λέξεις "μου λείπει" -         
γίνεται φασαρία
αδειάζουν τσέπες και η εξαγριωμένη όψη του συνδικαλιστή
φωνάζει "Αμερική ώ Αμερική απαίσια.." 
φρεναρισμένη ευτυχία πάνω στην καρδιά μου.
Ο θεός κοιτάζει απορημένος.
Καυτηριάζονται  από τον πόνο οι φταίχτες του σήμερα -
καφενέδες υπερτοπικοί  με απέραντους μάγκες που καπνίζουνε σέρτικα -
έλα λοιπόν έλα λοιπόν Ελενίτσα…
το σπίτι μας κρυώνει -
ποιος πληρώνει το νοίκι;
είμαστε αφιλόξενοι οι άγγελοι της πιο ψυχοπονιάρικης θρησκείας μωρό μου…


                       24.2.1983
                       Ηράκλειο